1 σθεναρός
Ἄτη Il. 9.505
βραχίων E.El. 389
σιδήρια Hp.Fract.31
καρδιωγμός Id.Mul.2.126
ἵππων σθεναρώτερον φυγᾷ πόδα νωμᾶν S.OT 467
ἀπωθεῖν Ph.1.553
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > σθεναρός